«…Τούτον τον Ιησού ο Θεός τον ανέστησε, για τον οποίο εμείς είμαστε μάρτυρες» (Πράξεις 2:32)

Η ανάσταση του Χριστού είναι ένα γεγονός κεφαλαιώδους σημασίας και η πίστη σε αυτό εδραιώθηκε μέσα από τις μαρτυρίες των αυτοπτών μαρτύρων καθώς ήταν το θέλημα του Κυρίου (βλ. Ματθαίος 28:9-10, Ιωάννης 17:20, 15:27, Πράξεις 1:8,22, 2:32, 3:15, 4:33, 10:39-41, 13:31). Εφόσον η πίστη στο Χριστό και την ανάσταση βασίζεται στη μαρτυρία αυτών των ανθρώπων, έχει μεγάλη σημασία η αξιοπιστία της μαρτυρίας.

Καταρχήν έχει σημασία ο αριθμός των μαρτύρων καθώς όσο περισσότεροι είναι οι μάρτυρες τόσο βεβαιότερη καθίσταται η μαρτυρία τους (βλ. Β’ Τιμόθεο 2:2). Συνολικά ο αναστημένος Χριστός μέσα σε ένα χρονικό διάστημα 40 ημερών εμφανίστηκε παραπάνω από 10 φορές και συναναστράφηκε με περισσότερους από 500 αδελφούς (Α’ Κορινθίους 15:3-8): στη Μαγδαληνή Μαρία (Ιωάννης 20:11-18), στη μητέρα του Ιακώβου, στην Ιωάννα και τη Σαλώμη (Ματθαίος 28:1, Μάρκος 16:1, Λουκάς 24:10), στον Πέτρο (Λουκάς 24:34, Α’ Κορινθίους 15:5), στον Κλεόπα και τον άλλο μαθητή προς Εμμαούς (Λουκάς 24:13-35), στους έντεκα μαθητές απόντος και παρόντος του Θωμά (Λουκάς 24:36-43, Ιωάννης 20:19-25, 20:26-29), σε πολλούς συνηγμένους στο όρος στη Γαλιλαία (Ματθαίος 28:16-17, Α’ Κορινθίους 15:6), κ.α..

Μεγάλη σημασία έχει επίσης η ιδιότητα των μαρτύρων.

– Πρώτα από όλα υπήρχαν εκείνοι που δεν πίστευαν στους λόγους και τα έργα του Χριστού. Διαβάζουμε τα λόγια των αδελφών Του, «…πήγαινε στην Ιουδαία, για να δουν και οι μαθητές σου τα έργα σου τα οποία κάνεις επειδή, κανένας δεν κάνει κάτι κρυφά, και ζητάει αυτός να είναι φανερός. Αν τα κάνεις αυτά, φανέρωσε τον εαυτό σου στον κόσμο. Επειδή, ούτε οι αδελφοί του δεν πίστευαν σ’ αυτόν» (Ιωάννης 7:3-5). Μάλιστα διαβάζουμε ότι οι συγγενείς Του θεωρούσαν ότι δεν ήταν στα λογικά Του: «…βγήκαν για να τον πιάσουν επειδή, έλεγαν ότι: Είναι εκτός εαυτού» (Μάρκος 3:20-21). Μετά από την ανάστασή Του όμως οι ίδιοι άνθρωποι έγιναν μαθητές Του: «Όλοι αυτοί προσκαρτερούσαν με μια ψυχή στην προσευχή και τη δέηση, μαζί με τις γυναίκες και τη Μαρία, τη μητέρα του Ιησού, και μαζί με τους αδελφούς του» (Πράξεις 1:14).

– Έπειτα υπήρχαν εκείνοι που αντιμετώπισαν την ανάσταση με δυσπιστία. Ο Θωμάς είπε, «…Αν δεν δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω (Ιωάννης 20:24-25). Όταν όμως ο Αναστημένος Χριστός έδωσε στο Θωμά χειροπιαστές αποδείξεις της ανάστασής Του, εκείνος πείστηκε και πίστεψε: «…λέει στον Θωμά: Φέρε εδώ το δάχτυλό σου, και δες τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε στην πλευρά μου και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός. Και ο Θωμάς αποκρίθηκε… Ο Κύριός μου, και ο Θεός μου» (Ιωάννης 20:26-28).

– Επίσης υπάρχουν εκείνοι οι μάρτυρες που εχθρεύονταν οτιδήποτε είχε συνάφεια με τον Χριστό. Ο (μετέπειτα, απόστολος Παύλος) Σαούλ, θεωρούσε ότι ήταν θέλημα Θεού να εναντιώνεται στο όνομα του Χριστού πρωτοστατώντας στην οργάνωση των διωγμών, των φυλακίσεων και του φόνου των Χριστιανών: «…στοχάστηκα μέσα μου ότι, έπρεπε να πράξω πολλά ενάντια στο όνομα του Ιησού…» (βλ. Πράξεις 26:9-11, 9:1-2). Όταν όμως τον συνάντησε ο αναστημένος Χριστός (Πράξεις 26:13-18) πείστηκε υπεράνω πάσης αμφιβολίας για το γεγονός της ανάστασης και αφιέρωσε όλη την υπόλοιπη ζωή του στο να τη διακηρύττει (Α’ Τιμόθεος 1:11).

Ο Κύριος επέλεξε μάρτυρες που είχαν όλη την εμπειρία, και τη δυνατότητα να διακρίνουν αν το πρόσωπο που έβλεπαν ήταν πραγματικά ο Ιησούς αναστημένος και για να πειστούν θα απαιτούνταν ακλόνητες αποδείξεις: «…τούτον ο Θεός τον ανέστησε… και τον έκανε να εμφανιστεί, όχι σε ολόκληρο τον λαό, αλλά σε μάρτυρες, που ήσαν προσδιορισμένοι από τον Θεό, σε μας, που μαζί του φάγαμε και μαζί του ήπιαμε, μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς» (Πράξεις 10:40-41).

Αν ο Ιησούς δεν αναστήθηκε από τους νεκρούς τότε, αυτοί οι μάρτυρες ήταν ψεύτες ή/ και θύματα προσωπικών και ομαδικών παραισθήσεων (βλ. Α’ Κορινθίους 15:14). Όταν όμως εξετάζουμε προσεκτικά τη ζωή, τη διαγωγή και τον εν συνεχεία διωγμό και βασανισμό που υπέμειναν εξαιτίας της μαρτυρίας τους, το μόνο λογικό συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί είναι ότι πραγματικά έζησαν αυτό που μαρτυρούν: Ο ΙΗΣΟΥΣ ΑΝΑΣΤΗΘΗΚΕ! Και αυτή η αλήθεια εξακολουθεί να μαρτυρείται από τους Χριστιανούς που έχουν προσωπική εμπειρία της δύναμης της ανάστασης στη ζωή τους (Φιλιππησίους 3:10, Γαλάτες 3:5).

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published. Required fields are marked (required)